Ο Χριστός στον Άδη

Προβληματισμοί στήν ΑΝΑΣΤΑΣΗ τοῦ Κυρίου

In Προβληματισμοί by myronzwhs

πό τοῦ Αἰδ. Πρωτοπρεσβυτέρου Ἀναστασίου Λιακοσταύρου
Ὑποψ. Διδάκτορος Λειτουργικῆς στό Pontificio Ateneo di Sant’ Anselmo, Roma.

«Ο Χριστός και η πορεία του στον Άδη»

Όλα τα θρησκευτικά συστήματα έχουν ως αρχηγό τους κάποια μορφή η οποία ως θνητό πρόσωπο υπόκειται στην φθορά του χρόνου και την αλλοίωση των γήινων γνωρισμάτων. Μόνο ο Χριστιανικός κόσμος, η εκκλησία, έχει ως κεφαλή τον Αναστημένο Χριστό. Η Θεολογία της εκκλησίας όπως εκφράστηκε διαχρονικά είναι απόλυτη στο γεγονός της Κεφαλής της, όπως την εκφράζει και ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος: “Ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, ματαία η πίστις υμών” (Α’ Κορ. ιε’, 17). Η αληθινότητα και η δυναμικότητα της πίστεως οφείλεται στο λαμπρό γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού. Χωρίς αυτήν την Ανάσταση του Κυρίου μας, οι Χριστιανοί είναι “ελεεινότεροι πάντων ανθρώπων” (Α’ Κορ. ιε’, 19) όπως επαναλαμβάνει στους Κορινθίους ο ίδιος Απόστολος.

Αυτή λοιπόν η ανέγερση εκ του τάφου, ξεκίνησε με την κάθοδο του ίδιου του Κυρίου στον Άδη, την ανόρθωση του Αδάμ και της Εύας και την τελική νίκη του επί του Θανάτου που αυτή επιτεύχθηκε με την Ανάστασή του και την Ανάληψή του στους Ουρανούς μετά από 40 ημέρες.

Τα γεγονότα είναι αρκετά σημαντικά τόσο για την ύπαρξη της Εκκλησίας, τόσο όμως και για την έκφραση της Θεολογικής σκέψης γύρω και μέσα από το γεγονός της εκ νεκρών εγέρσεως του Χριστού μας, χωρίς όμως να παραθεωρείται και η σημαντικότητα που έχει για τον καθένα από εμάς που ως ενεργά μέλη του σώματος της Εκκλησίας, ζούμε Προσδοκόντας ἀνάστασην νεκρῶν.

Από όλα αυτά τα σημαντικά γεγονότα, ας δούμε εν συντομία όμως γιατί έπρεπε ο Χριστός μας να κατέβει στον Άδη.

Ο Πρώτος και σημαντικότερος λόγος ήταν για να καταστρέψει τις πύλες του Άδου “συνέτριψε πύλας χαλκάς και μοχλούς σιδηρούς συνέθλασεν” (Ψαλμ. ρστ’, 16). Μετά το πέρασμα του Χριστού από τον Άδη τίποτα πια δεν ήταν ίδιο, όλα άλλαξαν αφού όπως αναφέρει και ο Ιερός Χρυσόστομος, αυτό που καταστρέφεται από τον Θεό δεν επιδιορθώνεται.

Ο Δεύτερος, κατέβηκε για να κυριεύσει και να υποδουλώσει τον Θάνατο, αφαιρώντας του παράλληλα κάθε δύναμη και εξουσία που είχε ως τότε επάνω μας.

Ο Τρίτος, κατέβηκε για να δώσει το φως του, ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός το τονίζει πανηγυρικά και το ακούμε έντονα το βράδυ της Αναστάσεως, “Νύν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια. Εορταζέτω γούν πάσα Κτίσις την έγερσιν Χριστού εν ή εστερέωται”.

Και ο Τέταρτος, για να επαναλάβει το λυτρωτικό του κήρυγμα εντός τριών ημερών (τόσο χρειαζόταν) ακόμα και στους νεκρούς. Όπως πάλι χαρακτηριστικά αναφέρει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός,  “Όπως στους κατοικούντας στην γη ανέτειλε ο ήλιος της δικαιοσύνης, έτσι και σε αυτούς που κατοικούσαν στο σκοτάδι και στην σκιά του θανάτου έπρεπε να λάμψη το φως του Θεού”.

Μέσα από τον Άδη λοιπόν βλέπουμε την αρχή του τέλους του διδακτικού έργου του Κυρίου. Ο Κύριος με το τέλος της διδασκαλίας του ακόμα και στους νεκρούς πραγματοποιεί την Ανάσταση του με μοναδικό σκοπό, την επί γης παρουσία του για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, τόσο όσο χρειαζόταν, για να ενδυναμώσει, συνάξει και στηρίξει του φοβισμένους μαθητές του και εν συνεχεία να Αναληφθεί στους Ουρανούς για να παραλάβουν οι Απόστολοι το σκάφος της Εκκλησίας και εν συνεχεία να μεταδώσουν σε εμάς, φέροντας μας και την ευθύνη της διδασκαλία του, μέχρι τις μέρες μας, μέχρι τότε που εκείνος θα αποφασίσει να επανεμφανισθεί, για να αποδώσει σε καθέναν κατά τα έργα του ότι του αντιστοιχεί.

Το γεγονός της πορείας στον Άδη και της Τριημέρου Εγέρσεως λαμβάνει τρομερή σημασία διαχρονικά όπως αναφέραμε και στην αρχή, διότι, η αμφισβήτηση της Καθόδου αυτομάτως είναι και αμφισβήτηση της Ανόδου μέσω της Αναστάσεως, και χωρίς την Ανάσταση, ο άνθρωπος θα παρέμενε εγκλωβισμένος στον Θάνατο και την Αμαρτία ενώ δια της Αναστάσεως επήλθε η σωτηρία και αποκαταστάθηκε η ελπίδα στην ζωή των ανθρώπων.

Η Ανάσταση λοιπόν, δεν είναι μια φυσική εξέλιξη αλλά Θεϊκή παρέμβαση, για να αποκατασταθεί η σωτηρία στην ζωή των ανθρώπων, και όσο πιο κοντά ζούμε στην Εκκλησία και τα μυστήρια της, τόσο πιο έντονη και κατανοητή μπορεί να γίνει σε όλες τις εκφάνσεις της, στην ζωή και τα έργα μας.

Η ευχή λοιπόν δεν μπορεί να είναι άλλη από την πραγματική και εξ ολοκλήρου εκ βάθους βιωτή του:

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!

ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!